Χειμώνα του 1939, με λιακάδα, ο Αμερικανός συγγραφέας βρίσκεται στην Επίδαυρο («σ’ αυτό το κύπελλο της σιωπής, που τόλουζε ένα μαρμαρένιο φως») παρέα με τον Κατσίμπαλή, για τον οποίο έγραψε το βιβλίο Ο Κολοσσός του Μαρουσιού (κυκλοφόρησε στα ελληνικά σε μετάφραση Ανδρέα Καραντώνη, εκδόσεις Γαλαξία, Αθήνα 1970).
… Στην Επίδαυρο, μέσα στη σιωπή, στην μεγάλη ειρήνη που με πλημμύρισε, άκουσα τους παλμούς από την καρδιά της γης. Τη θεραπεία την ξέρω, να εγκαταλείψης, να παραιτηθής, ν’ απαρνηθής, να παραδοθής, για να μπορέση η καχεκτική καρδιά σου να χτυπήση μαζί με τη μεγάλη καρδιά του κόσμου.
… Καθισμένος στην παράξενη σιγαλιά του αμφιθεάτρου σκεπτόμουν τον μακρύ και περίπλοκο δρόμο που έκαμα για να φτάσω επιτέλους σ’ αυτό το θεραπευτικό κέντρο της ειρήνης. Κανείς δεν μπορούσε να διαλέξη πιο μπερδεμένο δρομολόγιο. Πάνω από τριάντα χρόνια περιπλανιόμουν σαν σε λαβύριθνο. Γεύτηκα κάθε χαρά, κάθε απελπισία, μα ποτέ δεν γνώρισα την σημασία της γαλήνης. Στο δρόμο μου νίκησα έναν έναν όλους τους εχθρούς μου, μα δεν αναγνώρισα τον πιο τρανό μου εχθρό – τον εαυτό μου.
… Τέλειωσαν οι κατακτήσεις: μπρος μου απλωνόταν ένα πέλαγος ειρήνης. Το νάσαι ελεύθερος, όπως ήξερα πως ήμουν τότε, είναι το νοιώθης πως κάθε κατάκτηση είναι μάταιη, ακόμα κ’ η κατάκτηση του εαυτού σου, που είναι η ύστατη πράξη εγωισμού. Το νάσαι χαρούμενος είναι το να ανεβάσης το εγώ σου στην πιο ψηλή κορυφή και να το παραδώσης θριαμβευτικά. Το παν είναι να γνωρίσης την ειρήνη: είναι η στιγμή πούρχεται έπειτα, όταν η παράδοση είναι τελειωτική, όταν δεν υπάρχη ακόμα και η συνείδηση το πώς παραδόθηκες. Η ειρήνη είναι στο κέντρο κι όταν την φτάσης υψώνεται ένας ύμνος από επαίνους κι ευλογίες. Κι ο ύμνος απλώνεται μακριά, πολύ μακριά, στα πέρατα του κόσμου. Τότε θεραπεύει γιατί φέρνει το φως και την ζεστασιά της συμπόνιας.
Κρατούμε την ορθογραφία εκείνης της εποχής (1970), μετατρέπουμε το πολυτονικό σε μονοτονικό και δημοσιεύουμε ένα ακόμα απόσπασμα.