Αντίο, χάρτινη Βritannica
Tης Mαριάννας Tζιαντζή (από την εφημερίδα Η Καθημερινή, Κυριακή 18/3/2012)
Οι τίτλοι του χάρτινου τέλους έπεσαν για την εγκυκλοπαίδεια Βritannica, που ωστόσο έχει ακόμη πολλά χρόνια ψηφιακής ζωής μπροστά της. Χάρη στο Διαδίκτυο μαθαίνουμε τις αντιδράσεις πάμπολλων αναγνωστών της, οι οποίες κυμαίνονται από τη μελαγχολία και τη νοσταλγία μέχρι τη ρεαλιστική αναγνώριση της πραγματικότητας. Η έκβαση της αναμέτρησης ανάμεσα στους δύο μεγάλους μονομάχους, το χαρτί και την οθόνη, ή την Britannica και τη Wikipedia, ήταν γνωστή. Διέφεραν μόνο οι εκτιμήσεις ως προς το έτος ανακοίνωσης της τελικής λύσης.
Αν σήμερα κάποιος μάς χάριζε τους 28 τόμους της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας του Παύλου Δρανδάκη, τον θρυλικό «Πυρσό», πολλοί θα νιώθαμε αμηχανία. Ακόμα και αν γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε τη μεγάλη ιστορική, επιστημονική, φιλολογική, γλωσσολογική και τυπογραφική αξία αυτού του έργου, πιθανόν να αναρωτηθούμε «μα πού θα τη βάλουμε;» και «κάθε πότε θα τη χρησιμοποιούμε (συχνά, σπάνια, ποτέ);». Αρκετοί όμως θα ήθελαν να αποκτήσουν έναν «Πυρσό» σε μορφή cd rom ή ψηφιακής συνδρομής, αν και το κόστος της μετατροπής του θα ήταν δυσβάσταχτο για έναν επιχειρηματία, δεδομένου του μικρού μεγέθους της ελληνικής αγοράς. Καλό θα ήταν ο «Πυρσός», όπως και άλλες ελληνικές ή ξενόγλωσσες εγκυκλοπαίδειες και λεξικά, να υπήρχαν στις σχολικές βιβλιοθήκες, παράλληλα με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τα ψηφιακά αρχεία, τα σύγχρονα εργαλεία ενημέρωσης και επικοινωνίας. Καλό θα ήταν να υπήρχαν εκείνοι οι δάσκαλοι ή μάλλον εκείνες οι εκπαιδευτικές διαδικασίες που θα ενθάρρυναν τους μαθητές να ανοίγουν και να κλείνουν τους βαρείς τόμους, να κρίνουν και να συγκρίνουν τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους πραγματοποιείται η μετάδοση της γνώσης και, κυρίως, να μάθουν να ξεχωρίζουν το ουσιαστικό από το επουσιώδες.
Δεν θρηνώ για το τέλος της έντυπης εγκυκλοπαίδειας. Ωστόσο, έχω γνωρίσει εκπαιδευτικούς που λυπούνται για το τέλος ή την άμβλυνση της περιέργειας ακόμα και σε μαθητές των πρώτων τάξεων του δημοτικού. Η περιέργεια, όπως και το παιχνίδι, είναι θεμελιώδης όρος για την πνευματική, τη συναισθηματική ανάπτυξη του ανθρώπου, μια ανάπτυξη που δεν γνωρίζει ηλικιακά όρια. Το κακό είναι ότι συχνά φτάνει η εποχή που παύουμε να ρωτάμε, να αναρωτιόμαστε, να αμφιβάλλουμε, που καβαλάμε το καλάμι είτε της παντογνωσίας είτε της εφήμερης επιτυχίας, ή που βουλιάζουμε στην κινούμενη άμμο του κυνισμού, της αίσθησης της ματαιότητας, της αδυναμίας να αλλάξουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο. Και είναι αυτονόητο ότι υπάρχουν πολλά είδη περιέργειας, πολλοί τομείς στους οποίους αυτή κατευθύνεται, όπως υπάρχουν και πολλά είδη παιχνιδιού.
Από μόνη της η έντυπη εγκυκλοπαίδεια, όπως και από μόνο του το Διαδίκτυο, δεν καλλιεργεί την περιέργεια ή τη λαχτάρα για μάθηση. Εξω-εγκυκλοπαιδικοί, εξω-ιντερνετικοί (και σε μεγάλο βαθμό εξω-σχολικοί) είναι οι παράγοντες που μας ωθούν στην αναζήτηση της γνώσης, που καθηλώνουν ή αναπτύσσουν την ικανότητα των ανθρώπων να εκπλήσσονται, να οργίζονται, να πεισμώνουν, να αγωνίζονται, να απογοητεύονται και να ελπίζουν ξανά.
Μ.Τ.