«Δρόμοι της Αραβίας. Αρχαιολογικοί Θησαυροί από την Σαουδική Αραβία» στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς
Από 21 Μαρτίου έως 26 Μαΐου 2019 (Πολιτιστικό Κέντρο του Μουσείου Μπενάκη, Πειραιώς 138)
Πέμπτη και Κυριακή:10:00 - 18:00, Παρασκευή και Σάββατο:10:00 - 22:00
Μ. Παρασκευή 12:00–18:00, Μ. Σάββατο 10:00–15:00, Κλειστό Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη. Είσοδος 8 € και 4 €
Σπάνια από κάθε άποψη ευρήματα, πολλά από τα οποία ανατρέπουν τις έως τώρα παγιωμένες απόψεις όχι μόνο για την εξέλιξη του πολιτισμού στα προϊστορικά χρόνια (όπως το άλογο, γλυπτό της 9ης χιλιετίας) αλλά και για το πολιτιστικό κενό που υποτίθεται ότι αντιπροσώπευε η αχανής και ανεξερεύνητη χερσόνησος. Εκθέματα εξαιρετικής δύναμης και ομορφιάς. Πολύτιμα κειμήλια από την Ισλαμική περίοδο και τους νεότερους χρόνους.
Μία πάρα πολύ εντυπωσιακή έκθεση για την παρουσίαση της οποίας έχουμε πάρα πολλές αντιρρήσεις. Πρώτο και κυριότερο ότι ενώ εγκαινιάστηκε στις 20/3 δεν είχε εκδοθεί κατάλογος έως τις αρχές Απριλίου, όταν την επισκεφθήκαμε. Επιπλέον, τα βασικά κείμενα που τη συνοδεύουν δίνουν ελάχιστες πληροφορίες (ενώ οι επεξηγηματικές πινακίδες είναι μάλλον ακατάληπτες και πολλές είναι και κακογραμμένες). Το αποτέλεσμα είναι ότι ο επισκέπτης κινείται μάλλον στο κενό, το ιστορικό και γεωγραφικό. Ως προς το γεωγραφικό, υπάρχουν στους τοίχους μεγάλα χαρτογραφικά σκαριφήματα, εντελώς αφαιρετικά, δίχως καμία γενική πληροφορία που θα βοηθούσε να αναγνωρίσουμε κάτι πιο οικείο, όπως πχ η Ερυθρά Θάλασσα, ο Ινδικός Ωκεανός και ο Αραβοπερσικός κόλπος (που θα μπορούσε έστω να σημειωθεί ως Αραβικός κόλπος ή και «Κόλπος» αν ενοχλεί η αναφορά της λέξης περσικός). Μοναδική αναφορά στα σκαριφήματα: η πόλη ή το σημείο όπου βρέθηκαν τα τάδε ή δείνα έργα, λες και είναι δυνατόν να γνωρίζουμε την Καριάτ αλ-Φου, την Αλ-Ούλα κλπ. Θα ήταν απαραίτητος τουλάχιστον ένας κανονικός χάρτης με γεωφυσικό υπόβαθρο. Ακόμα καλύτερα και δυο τρεις ιστορικοί χάρτες διαφόρων περιόδων, ώστε να μάθουμε κι εμείς ποιο ήταν πχ το Βασίλειο των Λιχυανιτών, ποια τα όρια του και ποια η περίοδος ανάπτυξής του (ή μήπως έπρεπε όλα αυτά να τα γνωρίζουμε;).
Εξάπαντος χρειάζονται και πολύ μεγαλύτερες, τουλάχιστον σε μέγεθος, επεξηγηματικές πινακίδες. Οι υπάρχουσες, τοποθετημένες πολύ χαμηλά, διαβάζονται με δυσκολία και μόνον από έναν επισκέπτη. Οι άλλοι πρέπει να περιμένουν. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει σε πολλές εκθέσεις και μοιάζει σαν να μας «τιμωρούν» οι οργανωτές. Όσο για το περιεχόμενο: οι πληροφορίες που δίνονται είναι ελάχιστες και διόλου βοηθητικές.
Άλλο θέμα. Η ελλιπέστατη αναφορά στα Θυμιάματα, τον τόπο παραγωγής τους, τις μεταφορές και το εμπόριό τους. Ίσως η οργανώτρια Σαουδική Αραβία να μην θέλει να αναφερθεί στην Υεμένη. Αλλά πώς να το κάνουμε; Η βασίλισσα της Σαβά από την Υεμένη ξεκίνησε για να πάει να συναντήσει τον Σολομώντα. Είναι η πρώτη γραπτή αναφορά στα λιβάνια (Παλαιά Διαθήκη). Η επόμενη, και με πολλές λεπτομέρειες, μυθικού περιεχόμενου οι περισσότερες, είναι στις Ιστορίες του Ηρόδοτου (μέσα του 5ου π.Χ. αι.). Τίποτα από αυτά δεν υπάρχει στο σύντομο κείμενο που συνοδεύει τον Δρόμο των Θυμιαμάτων.
Κάτι ακόμα. Καταλάβαμε ότι τουλάχιστον ένα μέρος των εκθεμάτων είναι αντίγραφα. Αυτό καθεαυτό το γεγονός δεν είναι αρνητικό. Καλοδεχούμενα και τα αντίγραφα που μας επιτρέπουν να γνωρίσουμε σπουδαία επιτεύγματα και έργα που θα ήταν δύσκολο να μεταφερθούν στα πέρατα του κόσμου για μία κινητή έκθεση. Αν όμως είναι πράγματι αντίγραφα, η δεοντολογία επιβάλλει να σημειώνεται αυτό ώστε να το ξέρει ο επισκέπτης.
Η σκηνογραφία, λοιπόν, είναι άκρως εντυπωσιακή, αλλά το περιεχόμενο της μουσειολογικής άποψης δεν έλαβε υπόψη του τον κύριο σκοπό κάθε αρχαιολογικής έκθεσης, που είναι ο εκπαιδευτικός. Ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται βέβαια ότι τα τελευταία χρόνια η Σαουδαβική Αραβία έχει στρέψει το ενδιαφέρον της στην αποκάλυψη του άγνωστου έως τώρα παρελθόντος, ακόμα και του λεγόμενου «Προϊσλαμικού» (δηλαδή οτιδήποτε πριν από τον 7ο αι.) και έχει την ευκαιρία να θαυμάσει σπουδαία εκθέματα. Όμως χάθηκε η ευκαιρία για να μία ουσιαστική γνωριμία με αυτόν τον κόσμο. Μείναμε με πολλά ερωτηματικά και μια γεύση φαντασμαγορίας χωρίς ουσία. Ακόμα και το θαυμάσιο βίντεο με τις καμήλες δείχνει μόνο τα πόδια τους και πού και πού λήψεις γενικές από ένα καραβάνι με τρεις-τέσσερις καμήλες. Πόσο πιο χρήσιμο θα ήταν αν μαθαίναμε και μερικά πράγματα για αυτό το ζώο στο οποίο χρωστάει τα πάντα η Αραβική Χερσόνησος επί χιλιετίες μέχρι την ανακάλυψη του πετρελαίου.
Σας προτείνουνε να δείτε οπωσδήποτε την έκθεση. Αλλά καλό είναι να έχετε υπόψη σας τις επιφυλάξεις και αντιρρήσεις μας, εδώ αναφερθήκαμε σε μερικές από τις κυριότερες. Υπάρχει βεβαίως και κάτι ακόμα.
Σε ό,τι αφορά σε ένα καίριο ζήτημα της επικαιρότητας, αντιγράφουμε από άρθρο της εφημερίδας «Η Καθημερινή» (21/3/2019): «Συνδιοργανωτές της έκθεσης, που έχει την υποστήριξη του ΥΠΠΟ και του υπουργείου Εξωτερικών, είναι η Σαουδική Επιτροπή Τουρισμού και το Εθνικό Μουσείο του Ριάντ και διοργανώνεται σε μια περίοδο που η εικόνα της Σαουδικής Αραβίας έχει σημαδευθεί από την υπόθεση της δολοφονίας του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι. Σε επικοινωνία της ‘Κ’ με τον Γιώργη Μαγγίνη, για τον αν υπήρξε προβληματισμός σχετικά με τη διοργάνωση, ο διευθυντής του μουσείου σχολίασε ότι η έκθεση είναι πολιτιστικό γεγονός και δεν αφορά την πολιτική». Ε! όχι και έτσι κ. Μαγγίνη. Όχι και έτσι.
Η «Καθημερινή» δεν ρώτησε για την Υεμένη. Αλλά ο κ. Μαγγίνης δεν έχει ακούσει τίποτα για τον πόλεμο και τη φοβερή ανθρωπιστική κρίση εκεί κάτω; Ή μήπως και αυτό δεν αφορά τον πολιτισμό; Τελικά τι είναι ο πολιτισμός για τον νέο διευθυντή του Μουσείο Μπενάκη και του Πολιτιστικού του Κέντρου;
Διοργάνωση: Επιτροπή Τουρισμού και Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Σαουδικής Αραβίας, Εθνικό Μουσείο Ριάντ, Μουσείο Μπενάκη
Στρατηγικός χορηγός Saudi Aramco
Υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας
Η έκθεση συνοδεύεται από: το Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα «Στα ίχνη των καραβανιών», Ξεναγήσεις και Σειρά Διαλέξεων. Την Τρίτη 7 Μαΐου, ώρα 19:30, η Πολύμνια Αθανασιάδη, ιστορικός, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, θα αναπτύξει το θέμα «Η πρόσληψη της Αραβίας από τη Δύση: Από τον Αλέξανδρο ως τον Ηράκλειο».
Σχετικά με την έκθεση αντιγράφουμε το εισαγωγικό κείμενο του Μουσείου Μπενάκη
«Η έκθεση αποκαλύπτει τον πολυδιάστατο χαρακτήρα και την ιστορία της Αραβικής Χερσονήσου από τους προϊστορικούς χρόνους έως και τον 20ό αιώνα.
Η πολιτισμική εξέλιξη της Αραβίας από την προϊστορική εποχή ως και τον 20ο αιώνα προβάλλεται μέσα από τα ευρήματα τα οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με προϊστορικές μετακινήσεις, εμπορικές διαδρομές που συνέδεαν τη χερσόνησο με τη Μεσόγειο, τη Μεσοποταμία και γενικότερα την Ασία, καθώς και τις προσκυνηματικές οδούς που αναπτύχθηκαν από τον 7ο αιώνα μ.Χ. και οδηγούσαν στη Μέκκα. Η γεωγραφική εγγύτητα του ελληνορωμαϊκού κόσμου με την Αραβική Χερσόνησο και ο πολιτισμικός πλουραλισμός μεταξύ των δύο περιοχών διαφαίνεται μέσω πληθώρας αντικειμένων εμπνευσμένων από τις τέχνες της αρχαιότητας, που είτε μεταφέρθηκαν με τα καραβάνια είτε παρήχθησαν τοπικά. Η έκθεση ξεκινάει με τις σημαντικότερες προϊστορικές θέσεις, συνεχίζει με τους αρχαίους πολιτισμούς και συνεχίζει με αυτούς της ύστερης αρχαιότητας, έως την έλευση του Ισλάμ και την ισλαμική περίοδο καταλήγοντας στην ενοποίηση της Σαουδικής Αραβίας.
Αγάλματα μεγάλων διαστάσεων, χρυσά κτερίσματα, επιτύμβιες στήλες και πολύτιμες θρησκευτικές προσφορές αποτελούν ορισμένα από τα αντικείμενα της έκθεσης που φιλοδοξούν να γνωρίσουν στο ελληνικό κοινό την ιστορική και πολιτισμική κληρονομιά της χερσονήσου.
Η έκθεση εγκαινιάστηκε πρώτη φορά στο Λούβρο το 2010 και έκτοτε έχει ταξιδέψε σε τρεις ηπείρους με παρουσία σε πολλές πόλεις, όπως η Ρώμη, το Βερολίνο, η Βαρκελώνη, η Αγία Πετρούπολη, η Ουάσινγκτον, η Πενσυλβανία, το Κάνσας, το Χιούστον, το Σαν Φρανσίσκο, το Πεκίνο, η Σεούλ, το Τόκυο και το Άμπου Ντάμπι. Η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη (16ος σταθμός) σηματοδοτεί την πρώτη παρουσίασή της στην νοτιοανατολική Μεσόγειο.»
Και ένα απόσπασμα από την παρουσίαση της έκθεσης στο περιοδικό «LIFO»
«Πέντε σταθμοί καραβανιών και πλούσιες πόλεις-οάσεις καθορίζουν την έκθεση: το Ταρούτ, νησάκι στον Αραβικό Κόλπο και πέρασμα στην Ινδία, όπου εντοπίστηκαν αγγεία της 3ης χιλιετίας π.Χ., η Τάυμα στη βορειοδυτική Αραβία, με λίθινες στήλες και κεραμικά, η Aλ-Ούλα, πρωτεύουσα του βασιλείου των Λιχυανιτών (η Δαιδάν της Παλαιάς Διαθήκης), όπου βρέθηκαν κολοσσιαία αγάλματα, η Μαντάιν Σάλιχ (η λεγόμενη «Πέτρα της Αραβίας» από την εποχή των Ναβαταίων) και η Καριάτ αλ-Φάου, μία από τις σημαντικότερες εμπορικές πόλεις της νότιας Αραβίας, που κατά την ελληνιστική εποχή είχε ιδιαίτερη ανάπτυξη, με αποτέλεσμα τα ευρήματά της (αγαλματίδια, κεραμικά, γυαλί, κοσμήματα, νωπογραφίες) να προσεγγίζουν την ελληνορωμαϊκή τέχνη.
Καθώς προχωράμε στον χώρο, αντικρίζουμε τρία εντυπωσιακά αγάλματα του 3ου-2ου αι. π.Χ. που προέρχονται από την πόλη Aλ-Ούλα. Είναι υπερμεγέθη και παραπέμπουν στους αρχαϊκούς κούρους, αλλά έχουν σαφή ανατολίτικα στοιχεία. Καθώς οι αναφορές των εκθεμάτων είναι ανάλογες του τόπου όπου βρέθηκαν, στο βορειοδυτικό τμήμα της χερσονήσου εντοπίζονται στα τεκταινόμενα στην ανατολική Μεσόγειο ανάμεσα στους αρχαίους Έλληνες, στους Ρωμαίους και στους Ναβαταίους και όχι μόνο, αφού στο παιχνίδι μπαίνουν οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι και οι Σασσανίδες Πέρσες.
Η πολυπολιτισμικότητα αυτή είναι εμφανής στις επιγραφές, ανάμεσα στις οποίες συμπεριλαμβάνονται σφηνοειδείς, περσικές, ναβαταϊκές, αραμαϊκές, παλαιότερες αραβικές, ακόμα και μια λατινική που δείχνει τη σχέση που αναπτύχθηκε με τους Ρωμαίους. Φυσικά, δεν είναι λίγα τα αντικείμενα που πιθανολογείται ότι προήλθαν από την Αλεξάνδρεια, η οποία για αιώνες καθόριζε σημαντικά την επικοινωνία μεταξύ των λαών. Αλλά μέσω των εμπορικών συναλλαγών γινόταν και η εισαγωγή θεοτήτων.
Το γεγονός ότι θεωρούσαμε πως η Αραβία δεν είχε τίποτα σημαντικό όσον αφορά το παρελθόν της, πως επρόκειτο για μια αχανή έκταση όπου ζούσαν νομαδικοί λαοί χωρίς αξιόλογη πολιτιστική δραστηριότητα, ανατρέπεται τελείως. Όσο πλησιάζουμε, μάλιστα, στην εποχή του Χριστού, ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων και λαών βρισκόταν ή πηγαινοερχόταν στην Αραβία.
Από τα εντυπωσιακότερα εκθέματα είναι τα κτερίσματα από τάφο μικρού κοριτσιού του 1ου αι. μ.Χ. από τη Θατζ (πιθανότατα η αρχαία Γέρρα, όπως αναφέρεται σε κείμενα αρχαίων συγγραφέων). Ένα χρυσό προσωπείο, ένα χέρι (σαν γάντι) επίσης χρυσό, κοσμήματα (βραχιόλια και περιδέραια), επίρραπτα μικρά χρυσά δισκία με τον Δία και την Άρτεμη που κοσμούσαν το ένδυμά της, ένα εξαιρετικής ομορφιάς χάλκινο πόδι κρεβατιού με γυναικεία μορφή.
Κι ενώ μέσα από την έκθεση μας συστήνεται κυρίως η προϊσλαμική Αραβία, η πορεία της έκθεσης φτάνει μέχρι το Ισλάμ, και η σκηνογραφία της στο κομμάτι αυτό αναφέρεται στις μορφές της ισλαμικής αρχιτεκτονικής. Στις αρχές του 7ου αι. η άνοδος της νέας θρησκείας αναδεικνύει τη Μέκκα και τη Μεδίνα σε θρησκευτικά κέντρα.
Η ανάγκη των πιστών για το καθιερωμένο ετήσιο προσκύνημα («χατζ») μετέτρεψε τους δρόμους του εμπορίου σε προσκυνηματικές οδούς και η εξάπλωση του Ισλάμ από την Ισπανία μέχρι την κεντρική Ασία και την Ινδία προσέλκυσε χιλιάδες πιστούς στην Αραβική Χερσόνησο, οι οποίοι έφεραν μαζί τους αντικείμενα από τις δικές τους κοινωνίες.»
>>>>>> Οι φωτογραφίες από την έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη που ακολουθούν είναι του Δούκα Δούκα (Κυριακή 7/7/2019) κατατεθειμένες μεταξύ πολλών άλλων στο Αρχείο της πολιτιστικής Εταιρείας Πανόραμα (ΑΠΑΝ) apan.gr
Αντιγράφουμε ορισμένα από τα συνοδευτικά κείμενα και τις επεξηγηματικές πινακίδες που συνοδεύουν τα εκθέματα (δίχως να κάνουμε τις απαραίτητες διορθώσεις, για να γίνουν πιο κατανοητά):
ΦΩΤ 1α-1δ: Το 2010 σημειώθηκε μια σημαντική ανακάλυψη στη νοτιοδυτική περιοχή της Σαουδικής Αραβίας. Σκάβοντας για να βρει νερό ένας καμηλιέρης ανακάλυψε στο αλ-Μαγκάρ ένα σύνολο γλυπτών ζώων από λίθο μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν μια στρουθοκάμηλος, ένα πρόβατο, μια κατσίκα, ένα γεράκι κι ένας κυνηγετικός σκύλος.
Επίσης, ήρθαν στο φως εργαλεία λείανσης, υφαντουργικά καρούλια, ένα εγχειρίδιο, και άλλα αντικείμενα. Το μεγαλύτερο αντικείμενο από αυτά μοιάζει με άλογο.
Βαθουλώματα σε όλη την έκταση της μύτης του αλόγου και κάτω από τον ώμο του πιθανών υποδουλώνουν μέρη ενός πρώιμου χαλινού. Ορισμένες αιχμές βέλους και λίθινα εργαλεία βρέθηκαν επίσης σε αυτό το σημείο. Σύμφωνα με την έρευνα ραδιενεργού άνθρακα, η χρονολόγηση των αντικειμένων τοποθετείται στα 8110 π.Χ.
Η ανακάλυψη αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ιστορία της εξημέρωσης του αλόγου, η οποία μέχρι πρόσφατα υπολογιζόταν πως έλαβε χώρα στην κεντρική Ασία γύρω στα 3500 π.Χ. Η χρονολόγηση των αντικειμένων από το αλ-Μαγκάρ φανερώνει πως τα άλογα πιθανών είχαν εξημερωθεί νωρίτερα απ’ ό,τι πιστευόταν.
ΦΩΤ 10: Άγαλμα από το Ταρούτ
Μέσα 3ης χιλιετία π.Χ. Ασβεστόλιθος
Εθνικό Μουσείο, Ριάντ
Η παρούσα ανδρική μορφή βρέθηκε το 1966 κατά τη διάρκεια κατασκευής έργων στο νησί Ταρούτ. Το άγαλμα μοιάζει με μορφές από τη Μεσοποταμία οι οποίες χρονολογούνται την 3η χιλιετία π.Χ. Το μοναδικό ένδυμα που φέρει η μορφή είναι μια ζώνη ίδιας τεχνοτροπίας με εκείνες που έφεραν μορφές ηρώων σε σφραγίδες της Μεσοποταμίας. Το μεγάλο μέγεθος της μορφής είναι σπάνιο χαρακτηριστικό και πιθανών το άγαλμα δημιουργήθηκε στο νησί Ταρούτ
ΦΩΤ 13: Ανάγλυφο με μορφή λέοντα από την αλ-Ούλα
6ος - 4ος αιώνας π.Χ. Ψαμμίτης
Τμήμα Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο King Saud, Ριάντ
Καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας στην Εγγύς Ανατολή, η μορφή του θηριώδους λέοντα χρησιμοποιείτο ευρύτατα ως σύμβολο βασιλικής εξουσίας και μεγαλείου. Σκαλισμένα άγρια λιοντάρια φρουρούν τους τάφους των Λιχυανιτών στη αλ-Ούλα. Το παρόν θραύσμα παρουσιάζει μια λέαινα να θηλάζει τα μικρά της προσφέροντας μια εντελώς διαφορετική και περισσότερο τρυφερή πλευρά του τρομακτικού ζώου.
ΦΩΤ 15: Επιτύμβια στήλη από την Τάυμα
5ος - 4ος αιώνας π.Χ. Ψαμμίτης
Μουσείο Τάυμας
Πάνω στην παρούσα πλάκα από ψαμμίτη έχει χαραχθεί η μορφή ενός προσώπου μέσα σε εσώγλυφο τετράγωνο πλαίσιο. Κάτω, αραμαϊκή επιγραφή αναφέρει: «Στη μνήμη του Τάιμ, του γιου του Ζαΐντ.». Παρόμοιες επιτύμβιες στήλες βρέθηκαν στην Τάυμα, στα βορειοανατολικά της αλ-Ούλα, γεγονός που καταδεικνύει την επικοινωνία μεταξύ της βορειοδυτικής Αραβικής Χερσονήσου και του νοτιότερου μέρους της, όπου τέτοιες στήλες απαντώνται συχνότατα.
ΦΩΤ 26-28 Θύρα της Κάαβας από τη Μέκκα
Οθωμανική δυναστεία, 1635-36 μ.Χ. Επιχρυσωμένο ασήμι σε ξύλο
Εθνικό Μουσείο, Ριάντ
Αυτή η εντυπωσιακή ξύλινη πόρτα με επένδυση από επιχρυσωμένο ασήμι δωρίθηκε από τον Οθωμανό σουλτάνο Μουράτ Δ΄ (περίοδος βασιλείας: 1623 – 1640) και βρισκόταν στην είσοδο του εσωτερικού της Κάαβας. Τα φατνώματα της πόρτας αποτελούνται από έναν ξύλινο πυρήνα καλυμμένο με επιχρυσωμένο και σφυρήλατο ασήμι. Μολονότι η επιφάνεια έχει φθαρεί σημαντικά, τα κεντρικά και ιδιαιτέρως κομψά ρόπτρα στην κορυφή καταδεικνύουν πως η πόρτα είχε κατασκευαστεί στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με περιγραφές πρωιμότερων θυρών της Κάαβας, η εμφάνισή τους έχει αλλάξει ελάχιστα παρά το πέρασμα των αιώνων. Ένας ποιητής του 10ου αιώνα μνημονεύει πως η πόρτα ήταν καλυμμένη με επιγραφές, κύκλους, και αραβούργημα από επιχρυσωμένο ασήμι, περιγραφή πολύ κοντά στην παρούσα οθωμανική πόρτα του 17ου αιώνα, η οποία χρησιμοποιούνταν περίπου ως το 1947, χρονιά κατά την οποία αντικαταστάθηκε από μια νέα.
https://www.apan.gr/gr/component/k2/item/1726-dromoi-tis-arabias#sigProId58c2012765